DrStrangelove
Περιβόητο μέλος
Ο DrStrangelove αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 5,311 μηνύματα.
25-12-09
08:51
Το Δέντρο που έδινε (The giving Tree), του Σελ Σίλβερσταίν
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μηλιά....
και αγαπούσε ένα αγοράκι.
Και κάθε μέρα το αγοράκι πήγαινε και μάζευε τα φύλλα της και τα έπλεκε στεφάνι κι έπαιζε το βασιλιά του δάσους.
Σκαρφάλωνε στον κορμό της κι έκανε κούνια στα κλαδιά της κι έτρωγε μήλα.
Παίζανε και κρυφτό
Κι όταν το αγόρι κουραζόταν, αποκοιμιόταν στον ίσκιο της.
Και το αγόρι αγαπούσε τη μηλιά...
πάρα πολύ.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.
Μα πέρασαν τα χρόνια.
Και το αγόρι μεγάλωσε.
Και πολλές φορές η μηλιά έμενε μοναχή.
Τότε μια μέρα το αγόρι πήγε στη μηλιά κι η μηλιά είπε:
«Έλα αγόρι, έλα να σκαρφαλώσεις στον κορμό μου και να κάνεις κούνια στα κλαδιά μου, να φας μήλα και να παίξεις στον ίσκιο μου από κάτω και να ʽσαι ευτυχισμένο».
«Είμαι μεγάλος πια για να σκαρφαλώνω και να παίζω», είπε το αγόρι. «Θέλω νʼ αγοράσω πράγματα και να καλοπεράσω. Θέλω λεφτά. Μπορείς να μου δώσεις λεφτά;»
«Λυπάμαι», είπε η μηλιά, «μα έχω εγώ δεν έχω λεφτά. Έχω μονάχα φύλλα και μήλα. Πάρε τα μήλα μου, Αγόρι, και πούλησε τα στην πόλη. Έτσι θα ʽχεις λεφτά και θα ʽσαι ευτυχισμένο».
Και τότε το αγόρι σκαρφάλωσε στη μηλιά, μάζεψε τα μήλα της και τα πήρε μαζί του.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.
Μα το αγόρι έκανε πολύ καιρό να ξαναφανεί... και η μηλιά ήταν λυπημένη.
Ώσπου μια μέρα το αγόρι ξαναγύρισε κι η μηλιά τρεμούλιασε απʼ τη χαρά της κι είπε:
«Έλα αγόρι, έλα να σκαρφαλώσεις στον κορμό μου και να κάνεις κούνια στα κλαδιά μου και να ʽσαι ευτυχισμένο».
«Δεν έχω πια χρόνο να σκαρφαλώνω», είπε το αγόρι. «Θέλω ένα σπίτι που να δίνει ζεστασιά», είπε. «Θέλω γυναίκα και παιδιά, και γιʼαυτό χρειάζομαι ένα σπίτι. «Μπορείς να μου δώσεις ένα σπίτι;»
«Εγώ δεν έχω σπίτι», είπε η μηλιά. «Σπίτι μου είναι το δάσος, μα μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να χτίσεις ένα σπίτι. Τότε θα ʽσαι ευτυχισμένο».
Κι έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά της και τα πήρε μαζί του για να χτίσει το σπίτι του.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.
Μα το αγόρι έκανε πολύ καιρό να ξαναφανεί. Κι όταν γύρισε η μηλιά ήταν τόσο ευτυχισμένη που ούτε να μιλήσει καλά-καλά δεν μπορούσε.
«Έλα, Αγόρι», ψιθύρισε, «έλα να παίξεις»
«Είμαι πια πολύ γέρος και πολύ λυπημένος για να παίζω είπε το αγόρι. «Θέλω μια βάρκα να με πάρει μακριά. Μπορείς να μου δώσεις μια βάρκα;»
«Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μια βάρκα», είπε η μηλιά. «Έτσι θα μπορέσεις να φύγεις μακριά...και να ʽσαι ευτυχισμένο».
Και τότε το αγόρι έκοψε τον κορμό της έφτιαξε μια βάρκα κι έφυγε μακριά.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη...μα όχι πραγματικά.
Κι ύστερα από πολύ καιρό το αγόρι ξαναγύρισε.
«Λυπάμαι, Αγόρι», είπε η μηλιά, «μα δε μου απόμεινε τίποτα πια για να σου δώσω... Δεν έχω μήλα».
«Τα δόντια μου δεν είναι πια για μήλα», είπε το αγόρι.
«Δεν έχω κλαδιά», είπε η μηλιά. «Δεν μπορείς να κάνεις κούνια...»
«Είμαι πολύ γέρος πια για να κάνω κούνια», είπε το αγόρι.
«Δεν έχω κορμό», είπε η μηλιά. «Δεν μπορείς να σκαρφαλώσεις...»
«Είμαι πολύ κουρασμένος πια για να σκαρφαλώνω», είπε το αγόρι.
«Λυπάμαι», αναστέναξε η μηλιά. «Μακάρι να μπορούσα να σου δώσω κάτι... μα δε μου απόμεινε τίποτα πια. Δεν είμαι παρά ένα γέρικο κούτσουρο. Λυπάμαι...»
«Δε θέλω και πολλά τώρα πια», είπε το αγόρι, «μονάχα ένα ήσυχο μέρος να κάτσω και να ξαποστάσω. Είμαι πολύ κουρασμένος».
«Τότε», είπε η μηλιά, κι ίσιωσε τον κορμό της, «τότε, ένα γέρικο κούτσουρο είναι ό,τι πρέπει να κάτσεις και να ξαποστάσεις. Έλα, Αγόρι, κάτσε. Κάτσε και ξεκουράσου».
Και το αγόρι έκατσε και ξεκουράστηκε.
Kι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.
ΠΗΓΗ
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μηλιά....
και αγαπούσε ένα αγοράκι.
Και κάθε μέρα το αγοράκι πήγαινε και μάζευε τα φύλλα της και τα έπλεκε στεφάνι κι έπαιζε το βασιλιά του δάσους.
Σκαρφάλωνε στον κορμό της κι έκανε κούνια στα κλαδιά της κι έτρωγε μήλα.
Παίζανε και κρυφτό
Κι όταν το αγόρι κουραζόταν, αποκοιμιόταν στον ίσκιο της.
Και το αγόρι αγαπούσε τη μηλιά...
πάρα πολύ.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.
Μα πέρασαν τα χρόνια.
Και το αγόρι μεγάλωσε.
Και πολλές φορές η μηλιά έμενε μοναχή.
Τότε μια μέρα το αγόρι πήγε στη μηλιά κι η μηλιά είπε:
«Έλα αγόρι, έλα να σκαρφαλώσεις στον κορμό μου και να κάνεις κούνια στα κλαδιά μου, να φας μήλα και να παίξεις στον ίσκιο μου από κάτω και να ʽσαι ευτυχισμένο».
«Είμαι μεγάλος πια για να σκαρφαλώνω και να παίζω», είπε το αγόρι. «Θέλω νʼ αγοράσω πράγματα και να καλοπεράσω. Θέλω λεφτά. Μπορείς να μου δώσεις λεφτά;»
«Λυπάμαι», είπε η μηλιά, «μα έχω εγώ δεν έχω λεφτά. Έχω μονάχα φύλλα και μήλα. Πάρε τα μήλα μου, Αγόρι, και πούλησε τα στην πόλη. Έτσι θα ʽχεις λεφτά και θα ʽσαι ευτυχισμένο».
Και τότε το αγόρι σκαρφάλωσε στη μηλιά, μάζεψε τα μήλα της και τα πήρε μαζί του.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.
Μα το αγόρι έκανε πολύ καιρό να ξαναφανεί... και η μηλιά ήταν λυπημένη.
Ώσπου μια μέρα το αγόρι ξαναγύρισε κι η μηλιά τρεμούλιασε απʼ τη χαρά της κι είπε:
«Έλα αγόρι, έλα να σκαρφαλώσεις στον κορμό μου και να κάνεις κούνια στα κλαδιά μου και να ʽσαι ευτυχισμένο».
«Δεν έχω πια χρόνο να σκαρφαλώνω», είπε το αγόρι. «Θέλω ένα σπίτι που να δίνει ζεστασιά», είπε. «Θέλω γυναίκα και παιδιά, και γιʼαυτό χρειάζομαι ένα σπίτι. «Μπορείς να μου δώσεις ένα σπίτι;»
«Εγώ δεν έχω σπίτι», είπε η μηλιά. «Σπίτι μου είναι το δάσος, μα μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να χτίσεις ένα σπίτι. Τότε θα ʽσαι ευτυχισμένο».
Κι έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά της και τα πήρε μαζί του για να χτίσει το σπίτι του.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.
Μα το αγόρι έκανε πολύ καιρό να ξαναφανεί. Κι όταν γύρισε η μηλιά ήταν τόσο ευτυχισμένη που ούτε να μιλήσει καλά-καλά δεν μπορούσε.
«Έλα, Αγόρι», ψιθύρισε, «έλα να παίξεις»
«Είμαι πια πολύ γέρος και πολύ λυπημένος για να παίζω είπε το αγόρι. «Θέλω μια βάρκα να με πάρει μακριά. Μπορείς να μου δώσεις μια βάρκα;»
«Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μια βάρκα», είπε η μηλιά. «Έτσι θα μπορέσεις να φύγεις μακριά...και να ʽσαι ευτυχισμένο».
Και τότε το αγόρι έκοψε τον κορμό της έφτιαξε μια βάρκα κι έφυγε μακριά.
Κι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη...μα όχι πραγματικά.
Κι ύστερα από πολύ καιρό το αγόρι ξαναγύρισε.
«Λυπάμαι, Αγόρι», είπε η μηλιά, «μα δε μου απόμεινε τίποτα πια για να σου δώσω... Δεν έχω μήλα».
«Τα δόντια μου δεν είναι πια για μήλα», είπε το αγόρι.
«Δεν έχω κλαδιά», είπε η μηλιά. «Δεν μπορείς να κάνεις κούνια...»
«Είμαι πολύ γέρος πια για να κάνω κούνια», είπε το αγόρι.
«Δεν έχω κορμό», είπε η μηλιά. «Δεν μπορείς να σκαρφαλώσεις...»
«Είμαι πολύ κουρασμένος πια για να σκαρφαλώνω», είπε το αγόρι.
«Λυπάμαι», αναστέναξε η μηλιά. «Μακάρι να μπορούσα να σου δώσω κάτι... μα δε μου απόμεινε τίποτα πια. Δεν είμαι παρά ένα γέρικο κούτσουρο. Λυπάμαι...»
«Δε θέλω και πολλά τώρα πια», είπε το αγόρι, «μονάχα ένα ήσυχο μέρος να κάτσω και να ξαποστάσω. Είμαι πολύ κουρασμένος».
«Τότε», είπε η μηλιά, κι ίσιωσε τον κορμό της, «τότε, ένα γέρικο κούτσουρο είναι ό,τι πρέπει να κάτσεις και να ξαποστάσεις. Έλα, Αγόρι, κάτσε. Κάτσε και ξεκουράσου».
Και το αγόρι έκατσε και ξεκουράστηκε.
Kι η μηλιά ήταν ευτυχισμένη.
ΠΗΓΗ
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
DrStrangelove
Περιβόητο μέλος
Ο DrStrangelove αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 5,311 μηνύματα.
08-11-08
10:57
Συμμετείχε στις συζητήσεις μας, εκείνες τις θαυμάσιες διεξοδικές νυχτερινές συζητήσεις για τη φύση του παράδεισου, που με μεγάλη σιγουριά στεκόμασταν στο κατώφλι του, συνήθως πεινασμένοι και με τσόκαρα στα πόδια. Μας είχε καταλάβει η ιδέα της τελειότητας, είχε εισβάλει μέσα μας από τα βιβλία και τα εγχειρίδια μας και από τα βήματα των συγκεντρώσεων ερχόταν να προστεθεί η ανυπομονησία. Πράγματι σου λέω, πως σήμερα κιόλας θα βρεθείς στον παράδεισο ! Ω είχαμε το προαίσθημα πως ήταν αναμφισβήτητος και αναντικατάστατος, πειστήκαμε γι'αυτόν μαλώνοντας : θα είναι άραγε ζεσταμένος με ρεύμα από πυρηνική ενέργεια ο παράδεισός μας ; 'Η με γκάζι ; Και θα είχε άραγε δυο προκαταρτικές βαθμίδες ή περισσότερες και πώς θα τον διακρίναμε όταν επιτέλους εμφανιζόταν ; Ποιός όμως θα είχε την τιμή να τον κατοικήσει ; Μόνο ο πιο καθαρός, αυτό φαινόταν να είναι σίγουρο
Christa Wolf : Nachdenken uber T.
Christa Wolf : Nachdenken uber T.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
DrStrangelove
Περιβόητο μέλος
Ο DrStrangelove αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 5,311 μηνύματα.
08-11-08
10:48
Μια ομάδα σκαντζόχοιροι στριμώχτηκαν κάποιο κρύο χειμώνα ο ένας πολύ κοντά στον άλλον, για να προφυλαχθούν από το ξεπάγιασμα ζεσταίνοντας ο ένας τον άλλον. Ωστόσο σε λίγο ο ένας ένοιωθε τα αγκάθια του άλλου. Αυτό απομάκρυνε ξανά τον έναν από τον άλλον. 'Οταν λοιπόν η ανάγκη τους ξανάφερνε κοντύτερα, επαναλαμβάνοταν εκείνο το δεύτερο κακό. 'Ετσι ρίχνονταν πέρα δώθε ανάμεσα σ'αυτά τα δυο πάθη, μέχρι που βρήκαν μια μέση απόσταση στην οποία μπορούσαν να το αντέξουν πιο καλά. Αυτή την απόσταση την ονόμασαν ευγένεια και ευπρέπεια.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
DrStrangelove
Περιβόητο μέλος
Ο DrStrangelove αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 5,311 μηνύματα.
08-11-08
10:38
'Hταν κάποτε ένας πρίγκηπας. Ζούσε σε μια μακρινή χώρα, επειδή ήταν ονειροπόλος, προτιμούσε να είναι ξαπλωμένος πολλές ώρες τη μέρα σ'ένα λειβάδι κοντά στο παλάτι. Ονειροπολώντας κοιτούσε τον γαλανό ουρανό και τα λευκά σύννεφα που διάβαιναν. Αυτό το λιβάδι του άρεσε τόσο πολύ, γιατί σ'αυτό τα λουλούδια άνθιζαν πιο μεγάλα και πιο ωραία από οπουδήποτε αλλού. Και ο πρίγκηπας ονειρευόταν λευκά και μεγάλα παλάτια με τεράστιες πόρτες, ψηλά παράθυρα και περήφανους πύργους.
'Ομως μετά από μερικά χρόνια πέθανε ο πατέρας του, ο γέρος βασιλιάς. Τώρα ο πρίγκηπας τον διαδέχθηκε. Σαν νέος βασιλιάς στεκόταν τώρα συχνά πάνω στους περήφανους πύργους από τα λευκά και τα μεγάλα παλάτια με τις τεράστιες πόρτες και τα ψηλά παράθυρα. Και ονειρευόταν ένα μικρό λιβάδι, όπου τα λουλούδια άνθιζαν πιο μεγάλα και πιο ωραία από οπουδήποτε αλλού.
(από ένα σχολικό βιβλίο)
'Ομως μετά από μερικά χρόνια πέθανε ο πατέρας του, ο γέρος βασιλιάς. Τώρα ο πρίγκηπας τον διαδέχθηκε. Σαν νέος βασιλιάς στεκόταν τώρα συχνά πάνω στους περήφανους πύργους από τα λευκά και τα μεγάλα παλάτια με τις τεράστιες πόρτες και τα ψηλά παράθυρα. Και ονειρευόταν ένα μικρό λιβάδι, όπου τα λουλούδια άνθιζαν πιο μεγάλα και πιο ωραία από οπουδήποτε αλλού.
(από ένα σχολικό βιβλίο)
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.